Μύθος
[απ’ τον μπάρμπα Τάκη]
Τα παλιά χρόνια, τότε που συντάξεις δεν είχε και οι γέροι λέγανε το ψωμί ψωμάκι,
ένας γέρος πήγαινε στο δάσος κάθε μέρα , έκανε μια σκοσά ξύλα, τα ζαλικονόταν,και τα κατέβαζε στη πόλη να τα πουλήσει να κονομηθεί .Βαριά τα ξύλα, δύσκολος ο δρόμος, βαρυγκωμούσε ο γέρος. Και όλο έλεγε: ποιείσαι χάρε να με γλυτώσεις.
Μια , δυό,νάσου ο χάρος μπροστά του: ήρθα του λέει, τι με θες και με φωνάζεις.
Σκέφθηκε ο γέρος, γλυκιά η ζωή: Να να μου πάρεις τα ξύλα λίγο πιο κάτω, και δεν μπορώ, γέρασα.
Τα παλιά χρόνια, τότε που συντάξεις δεν είχε και οι γέροι λέγανε το ψωμί ψωμάκι,
ένας γέρος πήγαινε στο δάσος κάθε μέρα , έκανε μια σκοσά ξύλα, τα ζαλικονόταν,και τα κατέβαζε στη πόλη να τα πουλήσει να κονομηθεί .Βαριά τα ξύλα, δύσκολος ο δρόμος, βαρυγκωμούσε ο γέρος. Και όλο έλεγε: ποιείσαι χάρε να με γλυτώσεις.
Μια , δυό,νάσου ο χάρος μπροστά του: ήρθα του λέει, τι με θες και με φωνάζεις.
Σκέφθηκε ο γέρος, γλυκιά η ζωή: Να να μου πάρεις τα ξύλα λίγο πιο κάτω, και δεν μπορώ, γέρασα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου